ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΕΝΩΣΕΩΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ – ΡΥΜΟΥΛΚΩΝ & ΝΑΥΑΓΟΣΩΣΤΙΚΩΝ
ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ 1928
ΕΔΡΑ ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ
Το διά της υπ’ αριθ. 3233/28 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Πειραιώς εγκριθέν Καταστατικόν του
από 9/10/1928 ιδρυθέντος ενταύθα Επαγγελματικού Σωματείου υπό τον τίτλον «ΕΝΩΣΙΣ
ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΡΥΜΟΥΛΚΩΝ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ», όπερ ετροποποιήθει μεταγενεστέρως, α) διά της υπ’
αριθ. 313/1931 αποφάσεως του Δικαστηρίου των εν Πειραιεί Πρωτοδικών, β) διά της υπ’ αριθ.
2642/1936 αποφάσεως του Δικαστηρίου των εν Πειραιεί Πρωτοδικών, γ) διά της υπ’ αριθ. 888/1943
αποφάσεως του Δικαστηρίου των εν Πειραιεί Πρωτοδικών, δ) διά της υπ’ αριθ. 2439/1966 αποφάσεως
του Δικαστηρίου των εν Πειραιεί Πρωτοδικών, ε) διά της υπ’ αριθ. 7/1969 αποφάσεως του Δικαστηρίου
των εν Πειραιεί Πρωτοδικών και στ) διά της υπ’ αριθ. 382/1973 αποφάσεως του Πολ. Πρωτοδικείου
Πειραιώς.
ΑΡΘΡΟΝ 1ον
Ιδρύεται εν Πειραιεί Σωματείον επαγγελματικόν μετά του Ταμίου Αλληλοβοηθείας υπό την
επωνυμίαν «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΡΥΜΟΥΛΚΩΝ ΚΑΙ ΝΑΥΑΓΟΣΩΣΤΙΚΩΝ»
Η έδρα της Ενώσεως ορίζεται ο Πειραιάς. Η Ένωσις αποτελεί μέλος των Οργανώσεων του
Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Πειραιώς και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος και
λειτουργεί επί τη βάσει των διατάξεων του παρόντος καταστατικού.
ΑΡθΡΟΝ 2ον
ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΜΕΣΑ
Σκοπός της Ενώσεως είναι:
α) Η οργάνωσις και αδελφική σύνδεσις εις μίαν ισχυράν ναυτικήν οργάνωσιν όλων των εργαζομένων
επί των Ελληνικών Ρυμουλκών και Ναυαγοσωστικών. Η Ανάπτυξις μεταξύ αυτών της επαγγελματικής
και κοινωνικής αλληλεγγύης και η εξύψωσις της επαγγελματικής ικανότητος αυτών.
β) Η συνεργασία με όλες τις ναυτικές οργανώσεις και η αλληλεγγύη με τους λοιπούς εργάτες της
Ελλάδος και ολοκλήρου του κόσμου επί καθαρώς επαγγελματικού επιπέδου.
γ) Η επιδίωξις εφαρμογής των ψηφισθέντων εργατικών Νόμων, της επεκτάσεως της προστατευτικής
των εργατικών συμφερόντων νομοθεσίας, της προστατευούσης διά την υγείαν και την ζωήν αυτών.
δ) Η επιδίωξις συνάψεως Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, βάσει των κειμένων νόμων μετά των
οικείων Εφοπλιστικών Οργανώσεων ή μεμονωμένως μετά των εφοπλιστών.
ε) Η φpoντίδα προς εξεύρεσιν εργασίας των ανέργων μελών κατά σειράν προτεραιότητος αργίας, η
υλική συνδρομή των ιδίων μελών εις περίπτωσιν επιτακτικής ανάγκης ανεργίας ή απεργίας.
στ) Η υπεράσπισις και η προάσπισις των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών και
δικαιωμάτων αποτελεί το υπέρτατον χρέος κάθε μέλους της Π.Ε.Π.Ρ.Ν.
ΑΡΘΡΟΝ 3ον
ΜΕΣΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧIΑ
ΤΟΥ ΣΚΟΠΟΥ ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ
Τα προς επίτευξιν του σκοπού της Ενώσεως μέτρα είναι:
α) αι κατάλληλοι διαλέξεις και διδασκαλίαι και η απόκτησις καταλλήλου αιθούσης διά την οργάνωσιν
αυτών.
β) Η ίδρυσις βιβλιοθήκης, η αγορά ελληνικών και ξένων περιοδικών και βιβλίων αφορώντων τον
συνδικαλισμόν και εν γένει παντός βιβλίου μορφωτικού ή εγκυκλοπαιδικού περιεχομένου ή παντός
συγγράμματος σχετικού με αυτό.
γ) Η διατήρησης καταλλήλων γραφείων της Ενώσεως και η αρτία επίπλωσις αυτών. Επίσης η απόκτησις
ιδιοκτήτου ακινήτου υπό της Ενώσεως προς στέγασιν των γραφείων αυτής, ως και της ιδρυθησομένης
Λέσχης των μελών. .
δ) Η διά παντός ενδεδειγμένου μέσου προσπάθεια διά την οικονομικήν ευημερίαν των μελών, ως η
συμμετοχή εις Συνεργατικάς Ενώσεις ή Συνεργατικάς Επιχειρήσεις (Παραγωγικούς, Προμηθευτικούς,
Καταναλωτικούς Συνεταιρισμούς).
ε) Η διά παντός ενδεδειγμένου μέσου προσπάθεια διά την ψυχαγωγίαν των μελών και των οικογενειών
αυτών (ως δι’ οργανώσεως εκδρομών, κατασκηνώσεων κλπ.).
ζ) Παν άλλο νόμιμον και πρόσφορον μέσον μη προβλεπόμενον υπό του παρόντος Καταστατικού.
ΑΡΘΡΟΝ 4ον
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ
Η Πανελλήνιος ‘Ενωσις Πληρωμάτων Ρυμουλκών και Ναυαγοσωστικών συγκροτείται εκ των ήδη
εγγεγραμμένων εις τα Μητρώα αυτής μελών, ως και εξ εκείνων άτινα μελλοντικώς θα εγγραφώσιν.
Μέλη της Ενώσεως γίνονται μόνον Έλληνες πολίται ναυτικοί άγοντες ηλικίαν άνω των 16 ετών, εφ’
όσον υπηρετούν ή υπηρέτησαν εις Ρυμουλκά και Ναυαγοσωστικά προ ενός έτους και εφ’ όσον η
αίτησίς των είναι υπογεγραμμένη υπό τριών συναδέλφων των , βεβαιούντων ότι υπήρξαν πλήρωμα Ρυμουλκού
ή Ναυαγοσωστικού και δεν αποτελούν μέλη ετέρου Σωματείου. Τα αποδεικτικά της
υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας των υποβάλλονται μετά της αιτήσεως. Το Διοικ. Συμβούλιον αποφαίνεται
περί της εγγραφής ή μη των νέων μελών, την απόφασιν δε ταύτην γνωρίζει διά του Γραμματέως εις
τους αιτούντας. Εν περιπτώσει μη εγκρίσεως της εγγραφής υπό του Δ.Σ., ο αιτών έχει δικαίωμα να
προσφύγη εις την Γενικήν Συνέλευσιν, η οποία αποφασίζει οριστικώς περί της εγγραφής του. Τα
εγγραφόμενα εις την ‘Ενωσιν μετά την δημοσίευσιν του παρόντος Κανονισμού μέλη, αποκτούν το
δικαίωμα του εκλέγεσθαι μετά τέσσερα (4) έτη από της εγγραφής των και εφ’ όσον ευρίσκονται
ταμειακώς εντάξει Παν μέλος καθυστερούν τας συνδρομάς του πλέον των τριών (3) μηνών, στερείται των
δικαιωμάτων του εκλέγειν και εκλέγεσθαι Ειδικώς τατέκνα των Ρυμουλκιστών και Ναυαγοσωστικών
δύνανται να εγγραφώσιν εις την Ένωσιν άνευ προϋπηρεσίας. Δεν δύναται να είναι μέλος της Ενώσεως
ο δι’ αποφάσεως του Συνταγματικού Δικαστηρίου στερηθείς του διικαιώματος της ελευθερίας
συστάσεως συνεταιρισμών ή ενώσεων προσώπων και εφ’ όσον χρόνον διαρκεί η στέρησις αύτη.
ΑΡΘΡΟΝ 5ον
Παν μέλος, εγγραφόμενον εις την Ένωσιν, καταβάλλει εφ’ άπαξ μεν δραχμάς τετρακοσίας (400) διά
δικαίωμα εγγραφής, μηνιαίως δε ως συνδρομήν δραχμάς τετρακοαίας (400) εάν είναι Κυβερνήτης ή
Μηχανικός και τριακοσίας (300) δραχμάς εάν είναι Ναύτης ή θερμαστής. Αμφότερα τα ποσά ταύτα
δύνανται, αναλόγως των εκάστοτε κρατουσών συνθηκών και οικονομικών δυνατοτήτων της Ενώσεως,
ν’ αυξομειώνονται κατόπιν αποφάσεως του Διοικ. Συμβουλίου και εγκρίσεως της Γεν. Συνελεύσεως.
Προς ενίσχυσιν όμως των πόρων της Ενώσεως, τα νεοεγγραφόμενα μέλη προκαταβάλλουν δώδεκα (12)
μηνιαίας συνδρομάς, ήτοι εν έτος από της εγγραφής των. Μέλος της Ενώσεως δύναται να αποχωρήση
κατόπιν γραπτής αιτήσεως προς το Διοικητικόν Συμβούλιον, είναι όμως υποχρεωμένον να πληρώση τας
συνδρομάς ολοκλήρου του έτους καθ’ ο διαγράφεται. Ο αποχωρών εξακολουθεί συμφώνως τω Νόμω
να ευθύνεται διά τας υποχρεώσεις της Ενώσεως αι οποίαι ανελήφθησαν όταν ήτο μέλος αυτής.
Εξερχόμενον δε, ουδέν δικαίωμα έχει επί της περιουσίας της Ενώσεως, συμφώνως τω άρθρω 90 του
Α.Κ. Παν μέλος της Ενώσεως, το οποίον καθυστερεί συνδρομάς πλέον των δύο ετών, δύναται να
διαγραφή κατόπιν αποφάσεως του Δ.Σ. συμφώνως προς τον περί «Επαγγελματικών σωματείων»
νόμον, πλην των αποδεδειγμένως υπηρετούντων μακράν της έδρας μελών, άτινα όμως επανερχόμενα,
υποχρεούνται να εξοφλήσουν τας προς την Ένωσιν υποχρεώσεις των.
ΑΡθΡΟΝ 6ον
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΕΛΩΝ
Τα μέλη δικαιούνται να εκφέρουν ελευθέρως τας απόψεις των και να έχουν γνώμην εφ’ όλων των
ζητημάτων άτινα ενδιαφέρουν τον κλάδον, προσερχόμενα εις τας Γενικάς Συνελεύσεις.
Εφ’ όσον είναι ταμειακώς εντάξει, δικαιούνται να παρευρίσκονται εις τας Γενικάς Συνελεύσεις και να
ψηφίζουν εις τας ψηφοφορίας αυτών, έχοντα το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, εφ’ όσον
πληρούντας προϋποθέσεις του παρόντος Καταστατικού.
Μέλη οφείλοντα συνδρομάς πλέον των τριών μηνών, δεν δικαιούνται να παρευρίσκονται εις τας
Γενικάς Συνελεύσεις. Δύνανται όμως η Γενική Συνέλευσις διά πλειοψηφΙας να επιτρέψη την παρουσίαν
των μελών τούτων εις αυτήν, εάν κρίνη ότι οι λόγοι καθυστερήσεως των συνδρομών είναι
δεδικαιολογημένοι, πλην όμως τα μέλη ταύτα δεν έχουν δικαίωμα να απασχολούν την Γεν. Συνέλευσιν
καθ’ οιονδήποτε τρόπον, εκτός του να υποβάλουν εις ταύτην τυχόν παράπονά των εγγράφως.
Μέλη υπηρετούντα εις τον Στρατόν ή παραμένοντα εκτός εργασίας λόγω μακροχρονίου ασθενεΙας ή
ατυχήματος, δεν υποχρεούνται εις την καταβολήν συνδρομών καθ’ όλον το διάστημα της στρατεύσεως
ή ασθενείας των, έχουν όμως το δικαίωμα του εκλέγειν εφ’ όσον δεν οφείλουν συνδρομάς πλέον των
τριών μηνών προ του χρόνου στρατεύσεως, ή ασθενείας των. Τα μέλη ταύτα, μετά την λήξιν του
χρόνου στρατεύσεως ή ασθενείας των, οφείλουν να προσκομίσουν τα δικαιολογητικά των εις τον
Πρόεδρον και να αρχίσουν εφεξής να καταβάλουν ανελλιπώς την συνδρομήν των, άλλως εφαρμόζονται
αι διατάξεις του άρθρου 5 του παρόντος.
Μέλος παθόν εν τη εκτελέσει υπηρεσιών προς το Σωματείον, δικαιούται να τύχη παρ’ αυτού ηθικής
και υλικής συνδρομής, προσδιοριζομένης παρά της Γεν. Συνελεύσεως.
ΑΡθΡΟΝ 7ον
ΓΕΝΙΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣΤΩΝ ΜΕΛΩΝ
Τα μέλη υποχρεούνται να προσέρχονται εις τας Γενικάς Συνελεύσεις, να πειθαρχούν εις τας αποφάσεις
αυτών και της πλειοψηφίας του Διοικ. Συμβουλίου και να εκτελούν όσα το Καταστατικόν και ο
Εσωτερικός Κανονισμός του Σωματείου ορίζουν.
Οφείλουν να σέβωνται την Διοίκησιν της Ενώσεως και να υπακούουν εις τας υποδείξεις του Προέδρου
αυτής, να φέρονται κοσμίως και αξιοπρεπώς εντός των Γραφείων της Ενώσεως, να αποφεύγουν να
φωνασκούν και να φέρονται απρεπώς εντός αυτών και εν γένει να συμμορφούνται πάντοτε με τας
υποδείξεις των οργάνων της Διοικήσεως. Επίσης να σέβονται τους συναδέλφους των και να φέρονται
μεταξύ των με αγάπην, κοσμιότητα και συναδελφικήν αλληλεγγύην.
Κατά την εγγραφήν των υποχρεούνται να λαμβάνουν το έντυπον Καταστατικόν της Ενώσεως,
καταβάλλοντες την εκάστοτε αξίαν αυτού, το οποίον οφείλουν να μελετούν διά να γνωρίζουν τα
δικαιώματα και τας υποχρεώσεις των. Άγνοια διατάξεων του Καταστατικού θεωρείται παράπτωμα.
Οφείλουν να γνωστοποιούν αμέσως εις την Γραμματείαν της Ενώσεως την τυχόν απ’ ευθείας
παρ’αυτών ανεύρεσιν εργασίας ή την απόλυσίν των, προς ενημέρωσιν του καταλόγου των ανέργων
μελών και να λαμβάνουν γνώσιν των παρά της Ενώσεως εκδιδομένων εγκυκλίων και μορφωτικών
εντύπων.
Τα μέλη υποχρεούνται να ασκούν το δικαίωμα της κριτικής των πράξεων της Διοικήσεως, εις τας
Γενικάς Συνελεύσεις, τας συγκεντρώσεις εις τα Γραφεία της Ενώσεως, τους τόπους εργασίας ή και
ενυπογράφως διά του τύπου, εφ’ όσον το επιθυμούν και να απευθύνονται προς τα μέλη της Ενώσεως.
Πάσα κριτική πέραν των ανωτέρω καθοριζομένων ή ενώπιον ξένων προς την Ένωσιν προσώπων,
αποτελεί πειθαρχικόν παράπτωμα.
Είναι αυτονόητον, ότι ουδέν μέλος έχει το δικαίωμα μεμονωμένως να επιβάλη τας προσωπικάς του
απόψεις εις την εκλεγμένην Διοίκησιν της Ενώσεως, ήτις εκφράζει την γνώμην και την θέλησιν της
πλειοψηφίας των μελών και ως εκ τούτου έχει υποχρέωσιν τας απόψεις του να τας εκφράση μόνον εις
την Γεν. Συνέλευσιν προς έγκρισιν παρά της πλειοψηφίας των μελών. Όστις προσπαθεί να επιβάλη τας
απόψεις του εις την Διοίκησιν, χωρίς αύται να έχουν εγκριθεί προηγουμένως παρά της Γεν.
Συνελεύσεως, διαπράττει πειθαρχικών παράπτωμα.
ΑΡθΡΟΝ 8ον
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Παν μέλος μη συμμορφούμενον προς τας διατάξεις του Καταστατικού της Ενώσεως ή του Κανονισμού
αυτής, με τας αποφάσεις των Γεν. Συνελεύσεων ή της πλειοψηφίας του Διοικ. Συμβουλίου, δεικνύον
διαγωγήν ασυμβίβαστον προς το Καταστατικόν και την αξιοπρέπειαν της Ενώσεως, αντιστρατευόμενον
τα συμφέροντα της Ενώσεως, υπογράφον ή διαδίδον ψευδείς πληροφορίας ή βεβαιώσεις εναντίον
προσώπων της Διοικήσεως ή συναδέλφων του, υπόκειται εις πειθαρχικόν έλεγχον. Θεωρείται
ιδιαιτέρως επιβαρυντική αιτία αν τ’ ανωτέρω διαπράτει μέλος της Διοικήσεως της Ενώσεως.
Η Διοίκησις της Ενώσεως ασκεί τον πειθαρχικόν έλεγχον, και εκδίδει αποφάσεις πάντοτε
αιτιολογημένας, κατά των μελών ή μελών της Διοικήσεως, αφού καλέσει ενώπιόν της τον υπαίτιον εις
απολογίαν και επιβάλλει τας ακολούθους ποινάς:
α) Έγγραφον επίπληξιν, την οποίαν οφείλει να γνωστοποιήση εις την αμέσως πρώτην Γεν. Συνέλευσιν.
β) Πρόστιμον μέχρι ύψους το πολύ εξ (6) ημερομισθίων νομίμου εκάστοτε μισθού ναύτου ρυμουλκού,
διά έκαστον παράπτωμα, και
γ) Διαγραφή του μέλους εκ της Ενώσεως, ως και ταυτόχρονον έκπτωσιv εκ του αξιώματος, αν πρόκειται
διά μέλος της Διοικήσεως.
Μέλος κληθέν εγγράφως υπό της Διοικήσεως εις απολογίαν και μη παρουσιασθέν, θεωρείται
παραιτηθέν του δικαιώματος τούτου.
Αι αποφάσεις πειθαρχικού ελέγχου υπό της Διοικήσεως αναρτώνται εις τον πίνακα των ανακοινώσεων
της Ενώσεως και τούτο επέχει θέσιν κοινοποιήσεως τούτων προς τους ενδιαφερομένους.
Κατά της αποφάσεως της Διοικήσεως δικαιούται ο ενδιαφερόμενος να προσφύγη ενώπιον της Γεν.
Συνελεύσεως, δι’ αιτήσεώς του, την οποίαν υποχρεούται να υποβάλλη εις την Γραμματείαν της
Ενώσεως εντός είκοσι (20) ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως, ότε η επιβληθείσα ποινή
αναστέλλεται μέχρι της αποφάσεως της Γεν. Συνελεύσεως.
Η Διοίκησις υποχρεούται να φέρη την απόφασιν αυτής προς επικύρωσιν εις την αμέσως πρώτην
τακτικήν ή έκτακτον Γεν. Συνέλευσιν.
Αν δεν υποβληθή αίτησις προσφυγής ενώπιον της Γεν. Συνελεύσεως εμπροθέσμως εντός της άνω
οριζομένης προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών, η απόφασις εκτελείται, χωρίς τούτο ν’ αποκλείη το
δικαίωμα του ενδιαφερομένου προφορικής προσφυγής ενώπιον της Γεν. Συνελεύσεως.
Η Γεν. Συνέλευσις αποφασίζει τελεσιδίκως και δικαιούται ν’ ανακαλέση την ποινήν.
ΑΡθΡΟΝ 9ον
ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ
Η Ένωσις διοικείται υπό ενδεκαμελούς Συμβουλίου, ανά τριετίαν εκλεγομένου εκ των τακτικών μελών
της Ενώσεως, κατά τας διατάξεις του παρόντος. Όλα τα μέλη του Συμβουλίου της Ενώσεως είναι
μετακλητά προσωπικώς και αλληλεγγύως υπεύθυνα διά την εκπλήρωσιν των υποχρεώσεών των, είναι
ενήλικες και έχουν ελευθέραν την διαχείρισιν της περιουσίας των, εξασκούν τα πολιτικάτων
δικαιώματα και δεν έχουν μεταξύ των συγγένειαν μέχρι 4ου βαθμού.
Δύνανται δε να ανακληθούν από την Γεν. Συνέλευσιν και πριν τελειώσει η ωρισμένη διάρκεια της
εντολής της:
α) Σε περίπτωση που η Γεν. Συνέλευσις καταψηφίσει τον Οικονομικό απολογισμό,
β) ή τον Απολογισμό δράσεως του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το Διοικ. Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να συγκαλέση έκτακτη Γεν. Συνέλευσιν που θα συνέλθει μέσα
σε πενήντα (50) ημέρες με μόνο θέμα την αποδοκιμασία του Διοικ. Συμβουλίου.
Η Γεν. Συνέλευσις μπορεί να αποδοκιμάση. είτε ολόκληρο το Διοικητικό Συμβούλιο. είτε ωρισμένα μέλη
του, σε μυστικη ψηφοφορΙα. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που αποδοκιμάσθησαν θεωρούνται
έκπτωτα και καλούνται να καταλάβουν την θέσιν των τα κατά το Καταστατικόν αναπληρωματικά.
Αν αποδοκιμασθεί ολόκληρον το Διοικ. Συμβούλιον θεωρείται έκπτωτον και υπάρχει έλλειψις
Διοικήσεως κατά το άρθρο 69 του Α.Κ. Η απόφασις όμως δέον να ληφθή παρά της Συνελεύσεως
συγκεντρούσης απαρτίαν ενός δευτέρου (1/2) των ταμειακώς εντάξει μελών και κατόπιν πλειοψηφίας
των τριών τετάρτων (3/4) των παρόντων μελών.
Εάν κατά την Γεν. Συνέλευσιν δεν παρέστη απαρτία ενός δευτέρου (1/2) των ταμειακώς εντάξει μελών
και κατόπιν πλειοψηφίας των τριών τετάρτων (3/4) των παρόντων μελών δεν επέρχονται τα πιό πάνω
αποτελέσματα.
ΑΡΘΡΟΝ 10ον
Η διάρκεια της εντολής της Διοικήσεως είναι τριετής, μετά το πέρας της οποίας ενεργούνται
αρχαιρεσίαι προς εκλογήν νέας Διοικήσεως. Μέχρι του διορισμού η εκλογής νέας Διοικήσεως και
αναλήψεως των καθηκόντων της. Η παλαιά Διοίκησις εξακολουθεί διαχειριζομένη τας επειγούσας
υποθέσεις του Σωματείου.
Η εκλογή γίνεται μυστική και διά ψηφοδελτίων, εις τα ψηφοδέλτια του κάθε συνδιασμού
αναγράφονται τα ονόματα όλων των υποψηφίων κατ’ αλφαΒητική σειρά: 1) διά την εκλογή
Διοικήσεως, 2) διά την εκλογή Εξελεγκτικής Επιτροπής και 3) διά την εκλογή των αντιπροσώπων του
Ε.Κ.Π.
Ο αριθμός υποψηφίων για συγκρότηση συνδιασμού απαιτείται να είναι 19 υποψηφίων για το
Διοικητικό Συμβούλιο. Σε περίπτωση για εκλογή μεμονωμένων υποψηφίων, θα υπάρχει ξεχωριστό
ψηφοδέλτιο που θα αναγράφονται τα ονόματά των κατ’ αλφαβητική σειρά. Η υποβολή
υποψηφιότητος δέον να γίνεται δι’ εγγράφου αιτήσεως προς το Διοικ. Συμβούλιο, τουλάχιστον
τεσσαράκοντα πέντε (45) ημέρες προ της ενάρξεως των αρχαιρεσιών. Εκάστη αίτησις υποψηφιότητος
δέον να συνοδεύεται με παράβολον ισόποσον δέκα (10) μηνιαίων συνδρομών, δυναμένου του ποσού
τούτου να αυξάνεται ή να μειώνεται κατόπιν αποφάσεως του Διοικ. Συμβουλίου. Τα χρήματα ταύτα
προορίζονται διά την αντιμετώπισιν των εξόδων των αρχαιρεσιών, ως και διά την αμοιβήν της
Εφορευτικής Επιτροπής, συμπληρούμενα εν ανάγκη και εκ του ταμείου της Ενώσεως.
Δικαίωμα υποψηφιότητος έχουν οι πληρούντες τας κάτωθι προϋποθέσεις, άνευ των οποίων δεν
δύνανται να ανακηρυχθούν υποψήφιοι. Ήτοι: Οι υποψήφιοι σύμβουλοι πρέπει να είναι Έλληνες
πολίται, να έχουν συμπληρώσει το 21ον έτος της ηλικίας των, να είναι απογεγραμμένοι ναυτικοί και να
είναι εγγεγραμμένοι εις την Ένωσιν τουλάχιστον προ τεσσάρων (4) ετών. Να μην οφείλουν κατά την
ημέραν της προκηρύξεως των αρχαιρεσιών πλέον του μηνός εις συνδρομάς. Να είναι δρώντα μέλη. Εν
προκειμένω νοούνται τοιαύτα, τα έχοντα το 60% του διαδραμόντος χρόνου από της εγγραφής των εις
την Ένωσιν μέχρι της ημέρας της υποβολής της υποψηφιότητός των εις Ρυμουλκά ή Ναυαγοσωστικά.
Να κέκτηνται ενδεικτικόν τουλάχιστον έκτης τάξεως Δημοτικού Σχολείου. Του προσόντος τούτου
εξαιρούνται οι υποβάλλοντες την αίτησιν υποψηφιότητός των υπογεγραμμένην υπό είκοσι εντάξει
μελών μη καθυστερούντων συνδρομάς πλέον των τριών μηνών. Συγγένεια μεταξύ των υποψηφίων
επιτρέπεται, κατά την ανάδειξιν όμως του Συμβουλίου παραμένει Σύμβουλος ο εις μόνον των
επιτυχόντων και δη ο πλειοψηφίσας τοιούτος. Εν ισοψηφία γίνεται κλήρος.
Δικαίωμα του εκλέγειν έχουν τα εγγεγραμμένα μέλη εις την Ένωσιν προ έτους και μη καθυστερούντα
συνδρομάς πλέον των τριών μηνών. Δικαίωμα του εκλέγεσθαι οι πληρούντες τας προϋποθέσεις και
προσόντα του παρόντος άρθρου.
Τα ονόματα των υποψηφίων, ελεγχόμενα υπό του Διοικ. Συμβουλίου εάν είναι εντάξει, συμφώνως
προς τον Νόμον και το παρόν Καταστατικόν, τοιχοκολούνται εις το Γραφείον της Ενώσεως τριάκοντα
(30) ημέρας προ της ψηφοφορίας, αντίγραφον δε τούτων παραδίδεται εις την εκλεγομένην υπό της
Γεν. Συνελεύσεως Εφορευτικήν Επιτροπήν, ήτις αποτελείται από τρία τακτικά και τρία αναπληρωματικά
ενεργά μέλη.
ΑΡΘΡΟΝ 11ον
Οι πρώτοι ένδεκα (11) πλειοψηφlσαντες Σύμβουλοι κάθε συνδιασμού αποτελούν τα τακτικά μέλη του
Διοικητικού Συμβουλίου, οι δε επόμενοι πέντε (5) κατά σειράν επιλαχόντες.
Κατά τας αρχαιρεσίας Σύμβουλοι θεωρούνται, αναπληρωματικοί και εν περιπτώσει θανάτου,
παραιτήσεως, συνταξιοδοτήσεως ή αντικαταστάσεως τινός των τακτικών Συμβούλων, καταλαμβάνουν
δε την θέσιν αυτών κατά σειράν επιτυχίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει οι επόμενοι κατά σειράν επιλαχόντες
θεωρούνται ως αναπληρωματικοί των τοιούτων.
Ομοίως οι αναπληρωματικοί Σύμβουλοι αναπληρούν τους απόντας ή κωλυομένους Συμβούλους, εφ’
όσον ήθελον κληθή υπό του Προέδρου, όταν δεν δύναται να συγκροτηθή απαρτία εκ των τακτικών
μελών, εν πάση όμως περιπτώσει δεν λογίζεται απαρτία με πλείονας των δύο αναπληρωματικών
Συμβούλων.
ΑΡΘΡΟΝ 12ον
Η νεοεκλεγόμενη Διοίκησις συνέρχεται το ταχύτερο εντός των υπό του Νόμου προβλεπομένων
προθεσμιών εις πρώτην αυτής συνεδρίασιν.
Μετά την εντολήν της εκλογής, εκλέγει μεταξύ των μελών του διά μυστικής ψηφοφορίας τον
Πρόεδρον, Αντιπρόεδρον, Γενικόν Γραμματέα, Ταμίαν και Αναπληρωτήν Γενικόν Γραμματέα ή Β·
Αντιπρόεδρον.
Ο Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματεύς, εκτός των άλλων προσόντων, δέον απαραιτήτως να κέκτηνται
10ετή τουλάχιστον υπηρεσίαν εν τη θαλάσση. Προσέτι δε, διορίζει εισπράκτορα, ο οποίος δύναται να
μη είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, αλλά και απλούν ενεργόν μέλος της Ενώσεως.
Ο αριθμός των εκλεγομένων αντιπροσώπων διά το Ε.Κ.Π. ή οιασδήποτε φύσεως Οργανισμόν δευτέρου
βαθμού ή παρά τη Ανωτάτη Συνδικαλιστική Οργανώσει, είναι ανάλογος προς τον αριθμόν των
ψηφισάντων μελών κατά τας τελευταίας αρχαιρεσίας της Ενώσεως, συμφώνως προς το οικείον
Καταστατικόν του Οργανισμού δευτέρου βαθμού ή Ανωτάτης Συνδικαλιστικής Οργανώσεως.
Δικαίωμα υποψηφιότητας για ανάδειξη αντιπροσώπου έχει και μέλος που έχει θέσει υποψηφιότητα
για την εκλογή του στην Διοίκηση της Ενώσεως. Τυχόν εκλογή του και εις τα δύο
όργανα, που έθεσε υποψηφιότητα, του επιτρέπει να κρατήση και τις δύο θέσεις για τις οποίες
εκλέχθηκε.
Η νεοεκλεγείσα Διοίκησις της Ενώσεως υποχρεούται επί ταις ποιναίς του άρθρου 41 του Ν. 281 /1914,
να υποβάλη εις το υπουργείον Εμπορικής Ναυτιλίας και εις το Πρωτοδικείον της έδρας του, εις
διπλούν: α) αντίγραφον του καταστατικού, ως και των τροποποιήσεων ή συμπληρώσεων αυτού, μετά
της σχετικής εγκριτικής αποφάσεως του Πρωτοδικείου, εντός μηνός από της δημοσιεύσεως ταύτης.
Β) Αντίγραφον του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας, εντός μηνός από της εγκρίσεώς του υπό της
συνελεύσεως των μελών.
γ) Πίνακα των μελών της Διοικήσεως μεθ’ εκάστην συγκρότησιν ή μεταβολήν αυτής, περιέχοντα και το
επάγγελμα και την διεύθυνσιν κατοικίας τούτων, ως και αντίγραφον του πρακτικού των αρχαιρεσιών,
εντός μηνός από της συγκροτήσεως ή μεταβολής.
δ) Αντίγραφον του εγκεκριμένου ισολογισμού και απολογισμού εκάστης διαχειριστικής χρήσεως, ως
και της ετησίας εκθέσεως της Ελεγκτικής Επιτροπής, εντός μηνός από της υπό της συνελεύσεως των
μελών εγκρίσεώς των και
ε) εις την αρχήν εκάστου έτους κατάστασιν αριθμητικής δυνάμεως της Ενώσεως.
ΑΡθΡΟΝ 13ον
Το Διοικητικόν Συμβούλιον συνεδριάζει υποχρεωτικώς άπαξ του μηνός, κατόπιν εγγράφου
προσκλήσεως του Προέδρου και του Γεν. Γραμματέως, εκτάκτως δε, οσάκις συντρέχουν προς τούτο
λόγοι ανάγκης. Επίσης όταν τρία μέλη του Συμβουλίου ζητήσουν εγγράφως να γίνη συνεδρίασις με
ωρισμένα θέματα, οπότε ο Πρόεδρος υποχρεούται να καλέση το συμβούλιον εντός τριών ημερών το
πολύ από της υποβολής της αιτήσεως, εις την οποίαν δέον να αναγράφωνται τα προς συζήτησιν
θέματα. Κατά την αυτοκαλουμένην συνεδρίασιν δέον απαραιτήτως να παρίστανται οι αιτούντες
σύμβουλοι, άλλως ο Πρόεδρος και εν απουσία ενός μόνον των υπογραψάντων δύναται να ματαιώση
την συνεδρίασιν αφ’ ενός, αφ’ ετέρου το Διοικητικόν Συμβούλιον υποχρεούται να επιπλήξη τούτους,
δύναται δε να επιβάλη και πρόστιμον μέχρι και 6 μηνιαίων εισφορών εις τους ως άνω απουσιάζοντας.
Το Συμβούλιον θεωρείται εν απαρτία, παρισταμένου του Προέδρου ή του αναπληρούντος αυτόν και
πέντε τουλάχιστον συμβούλων, εξ’ ων δύο (2) δύνανται να είναι αναπληρωματικoί Σύμβουλοι, οπότε
συζητείται εγκύρως εφ’ όλων των εν τη ημερησία διατάξει αναγραφομένων θεμάτων της Ενώσεως.
Εάν Σύμβουλος ευρισκόμενος εις την έδραν της Ενώσεως, κληθείς εις συνεδρίασιν παρά του Προέδρου,
δεν προσέλθει, δύναται να τιμωρηθή με πρόστιμον μέχρι και τριών (3) μηνιαίων εισφορών.
Οι Σύμβουλοι είναι υποχρεωμένοι όπως προσέλθουν την ορισθείσαν ώραν ενάρξεως της
συνεδριάσεως, άλλως ο Πρόεδρος μετά παρέλευσιν 15 λεπτών δύναται να ματαιώση την συνεδρίασιν.
ΑΡΘΡΟΝ 14ον
Κατά γενικόν κανόνα, αι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων
Συμβούλων εν ισοψηφία νικά η ψήφος του Προέδρου, εάν όμως η ψηφοφορία είναι μυστική,
επαναλαμβάνεται αύτη, εν περιπτώσει δε και δευτέρας ισοψηφίας, νικά η Ψήφος του Προέδρου..
Προκειμένου όμως περί προσωπικών ζητημάτων, η ψηφοφορία ενεργείται πάντοτε μυστική.
Σύμβουλος κληθείς και μη παρευρεθείς επί τρεις συνεχείς συνεδριάσεις αδικαιολογήτως, ή καθυστερεί
συνδρομάς πλέον των δύο μηνών, αποφάσει του Διοικητικού Συμβουλίου αντικαθίσταται διά του
πρώτου αναπληρωματικού Συμβούλου. Επ’ ουδενί λόγω η περίπτωσις αύτη δύναται να εφαρμοσθή
πέραν των πέντε συμβούλων.
ΑΡΘΡΟΝ 15ον
Το Διοικητικόν Συμβούλιον αποφασίζει και ενεργεί εφ’ όλων των ζητημάτων τα οποία ενδιαφέρουν
γενικώς όλα τα μέλη της Ενώσεως, συντάσσει τον εσωτερικόν κανονισμόν της Ενώσεως, επιβλέπει την
ορθήν εφαρμογήν του Καταστατικού και του εσωτερικού κανονισμού και εκτελεί τας αποφάσεις των
Γεν. Συνελεύσεων. Διαχειρίζεται τα χρήματα και την περιουσίαν της Ενώσεως, καθορίζει τον
διαχειριστικόν τρόπον των εισπράξεων και πληρωμών και εγκρίνει πόσον δαπάνην επί τη βάσει του
υπό της Γενικής Συνελεύσεως ψηφιζομένου ορίου προϋπολογισμού. Καθορίζει και αυξομειώνει τας
συνδρομάς των μελών επικυρουμένης της αποφάσεως υπό της Γενικής Συνελεύσεως. Καθορίζει τα της
μισθοδοσίας της εμμίσθου Διοικήσεως και εμμίσθου προσωπικού των Γραφείων της Ενώσεως.
Συντάσσει κατ’ έτος μετά του Γραμματέως και Tαμίoυ την έκθεσιν της Διοικητικής δράσεως και τον
απολογισμόν της διαχειρήσεως ως και τον προϋπολογισμόν εσόδων και εξόδων του επομένου έτους,
υποβάλλον τούτους προς έγκρισιν εις την Γενικήν Συνέλευσιν. Καθορίζει την μηνιαίαν αποζημίωσιν του
Προέδρου, Γεν. Γραμματέως και Ταμίου, ήτις καταβάλλεται εις αυτούς υπό μορφήν εξόδων κινήσεως,
είτε εξόδων παραστάσεως. Καθορίζει τας ημεραργίας, οδοιπορικά και έξοδα παραστάσεως και
κινήσεως των διοικούντων. Συγκαλεί τας Γενικάς Συνελεύσεις των μελών, τακτικάς και εκτάκτους,
καθορίζει τας ημερησίας διατάξεις αυτών. Ασκεί πειθαρχικήν εξουσίαν επί των μελών και αποφασίζει
κατά πλειοψηφίαν διά τα έκάστοτε παραπτώματα αυτών και τας παραβάσεις του Καταστατικού και
του Κανονισμού της Ενώσεως.
ΑΡθΡΟΝ 16ον
Εις περίπτωσιν ανάγκης κηρύξεως απεργίας, δέον απαραιτήτως να κληθή προηγουμένως η Γενική
Συνέλευσις διά να λάβη την σχετικήν απόφασιν διό μυστικής ψηφοφορίας με την υπό του άρθρου 20
του παρόντος προσβλεπομένην απαρτίαν. Τηρουμένων των υπό του Νόμου προβλεπομένων διατάξεων
περί απεργίας, η Διοίκησις της Ενώσεως δύναται να κηρύξη ολιγοώρους στάσεις εργασίας, εφ’ όσον
έχει λάβει την σχετικήν εξουσιοδότησιν παρά της Γεν. Συνελεύσεως.
ΑΡΘΡΟΝ 17ον
Ο Πρόεδρος της Ενώσεως διευθύνει τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής
Συνελεύσεως. Κηρύσσει την έναρξιν και λήξιν των Συνεδριάσεων, δίδει τον λόγον εις τους αιτούντας
και αφαιρεί τούτον. από τους παρεκτρεπομένους ή ομιλούντας εκτός θέματος της ημερησίας
διατάξεως, θέτει τα ζητήματα εις ψηφοφορίαν και ανακαλεί εις την τάξιν πάντα παρεκτρεπόμενον και
δικαιούται να διαλύση την Συνέλευσιν όταν αύτη είναι θορυβώδης. Εκπροσωπεί ενώπιον των
Διοικητικών και Δικαστικών Αρχών και παντός τρίτου, επιμελείται της πιστής εφαρμογής των
αποφάσεων της Συνελεύσεως της Διοικήσεως και του παρόντος Καταστατικού, ως και των Εσωτερικών
Κανονισμών της Ενώσεως. Υπογράφει μετά του Γεν. Γραμματέως τα πρακτικά του Συμβουλίου και της
Γεν. Συνελεύσεως, καθιστάμενος συνυπεύθυνος μετ’ αυτού διά πάσαν αυτών αλλοίωσιν. Συγκαλεί μετά
του Γενικού Γραμματέως τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και καταρτίζει μετ’ αυτού τα
θέματα και τας ημερησίας διατάξεις. Υπογράφει μετά του Γεν. Γραμματέως τα εντάλματα πληρωμών
και πάντα τα εξερχόμενα έγγραφα. Επιβλέπει τον Γενικόν Γραμματέα, τον Ταμίαν, τον Εισπράκτορα και
όλο το προσωπικόν του Γραφείου. Ο Πρόεδρος και ο Γραμματεύς, μετά των τυχόν εξουσιοδοτημένων
προσώπων του Διοικητικού Συμβουλίου εκπροσωπεί την Ένωσιν κατά την σύναψιν και υπογραφήν των
Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και επμελείται της πιστής εφαρμογής της εντολής που εδόθη από την
Γενικήν Συνέλευσιν. Τον Πρόεδρον απόντα ή κωλυόμενον, αναπληροί ο Α’ Αντιπρόεδρος καθ’ όλα
αυτού τα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Εις περίπτωσιν κωλυομένων ή απόντων του Προέδρου και του Α’ Αντιπροέδρου, αναπληροί καθ’ όλα τα
δικαιώματα και τας υποχρεώσεις αυτών ο Β’ Αντιπρόεδρος. Εις περίπτωσιν οριστικής ελλείψεως
Προέδρου διά παραιτήσεως ή θανάτου ή δι’ οιανδήποτε άλλην αιτίαν, συνέρχεται το Διοικ. Συμβούλιον
και εκλέγει διά μυστικής ψηφοφορίας τον Πρόεδρον εκ των μελών αυτού, των πληρούντων τα υπό του
παρόντος, προβλεπόμενα προσόντα, διά το υπολειπόμενον μέχρι των αρχαιρεσιών διάστημα της
θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου.
ΑΡΘΡΟΝ 18ον
Ο Γεν. Γραμματεύς της Ενώσεως εν συνεννοήσει μετά του Προέδρου, διευθύνει την υπηρεσίαν του
Γραφείου και διεκπεραιώνει τας υποθέσεις αυτού. Εισηγείται εφ’ όλων των ζητημάτων ενώπιον του
Διοικητικού Συμβουλίου, παρευρίσκεται πάντοτε εις τας συνεδριάσεις αυτού ως και των Γεν.
Συνελεύσεων, συντάσσει και τηρεί τα πρακτικά των συζητήσεων και τας συνεδριάσεις και είναι
προσωπικώς υπεύθυνος διά την ακριβή διατύπωσιν αυτών, διεξάγει την αλληλογραφίαν της Ενώσεως,
κρατεί την σφραγίδα, το πρωτόκολλον ως και το Αρχείον, σφραγίζει και συνυπογράφει μετά του
Προέδρου τα έγγραφα και τα εντάλματα πληρωμών. Τον Γενικόν Γραμματέα απόντα ή κωλυόμενον
αναπληροί ο Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας.
ΑΡΘΡΟΝ 19ον
Ο Ταμίας εισπράττει, υπογράφει τας διπλοτύπους αποδείξεις των εισπράξεων και τα γραμμάτια των
εισπράξεων. Ενεργεί πληρωμάς επί τη βάσει ενταλμάτων υπογεγραμμένων υπό του Προέδρου και του
Γενικού Γραμματέως, εφ’ όσον αναγράφονται εν τω προϋπολογισμώ και η δαπάνη έχει εγκριθή από το
Διοικητικόν Συμβούλιον. Εις επειγούσας περιστάσεις δύναται κατόπιν εντολής του Προέδρου και του
Γενικού Γραμματέως να ενεργήση πληρωμήν υπό τον όρον της εγκρίσεως της δαπάνης ταύτης κατά την
αμέσως επομένην συνεδρίασιν του Διοικητικού Συμβουλίου. Δίδει λογαριασμόν της Ταμειακής του
διαχειρίσεως κατά μήνα ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου και ενημερώνει τακτικώς και κατά μήνα
με αντίγραφον ταμειακής καταστάσεως τον Γενικόν Γραμματέα. Εκτάκτως δε, οσάκις ήθελε ζητηθή
τούτο παρά του Προέδρου ή του Διοικητικού Συμβουλίου, υποχρεούται να παρουσιάζη εις την
Εξελεγκτικήν Επιτροπήν πάντα τα ταμειακά βιβλία και τα δικαιολογητικά της διαχειρίσεως στοιχεία
όταν του ζητηθούν και είναι ατομικώς υπεύθυνος διό πάσαν απώλειαν χρημάτων ή ανωμαλίαν εις την
διαχείρισίν του. Συντάσσει την ταμειακήν λογοδοσίαν περί της οικονομικής καταστάσεως της Ενώσεως
δι’ εκθέσεως εκ των εσόδων και εξόδων εκάστου λήξαντος οικονομlκόύ έτους. Εις χείρας του Ταμίου
μένουν δραχμαί πενήντα χιλιάδες (50.000) διά την τρέχουσαν υπηρεσίαν, τα δε υπόλοιπα κατατίθενται
εις την Τράπεζαν ή εις το Ταχυδρομικόν Ταμιευτήριον επ’ ονόματι της Ενώσεως, σύμφωνα με τον
Νόμον περί Σωματείων. Η ιδιότης του Ταμίου ως και του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέως, δεν
δύναται να συμπέση εις ένα και το αυτό πρόσωπον. Τον Ταμίαν κωλυόμενον ή ασθενούντα,
αντικαθιστά εις των συμβούλων οριζόμενος υπό του Διοικητικού Συμβουλίου.
ΑΡΘΡΟΝ 20ον
Η Γενική Συνέλευσις είναι το κυρίαρχον σώμα της Ενώσεως και συγκροτείται εκ των εναλλάξ μελών
αυτής. Αι Γενικαί Συνελεύσεις διαιρούνται εις τακτικός και εκτάκτους. Αι μεν τακτικοί καλούνται τρεις
φοράς το έτος, η πρώτη τοιαύτη καλείται το δεύτερον δεκαήμερον του μηνός Ιανουαρίου, η δευτέρα το
δεύτερον δεκαήμερον του μηνός Μαρτίου και η τρίτη το πρώτον δεκαήμερον του μηνός Οκτωβρίου,
εκτάκτως δε οσάκις παραστή ανάγκη και κρίνει τούτο το Διοικητικόν Συμβούλιον ή ήθελον ζητήσει
τούτο εγγράφως το 1/5 των ταμειακώς εντάξει μελών δι ‘ ωρισμένα θέματα. Η Διοίκησις υποχρεούται
τότε να καλέση την Γενικήν Συνέλευσιν εντός 10 ημερών από της υποβολής της αιτήσεως. Η Γενική
Συνέλευσις συνέρχεται και κατόπιν αποφάσεωςτου Διοικητικού Συμβουλίου, ότε ο Πρόεδρος μετά του
Γεν. Γραμματέως κοινοποιούν προσκλήσεις τρεις τουλάχιστον ημέρας προ της συγκλήσεως αυτής διά
τοιχοκολλήσεως εις τα κέντρα εργασίας των μελών της Ενώσεως, τα γραφεία της Ενώσεως ή και διά
δημοσιεύσεως εις μίαν τουλάχιστον Πειραϊκήν Εφημερίδα. Αι προσκλήσεις δέον να τοιχοκολλώνται εις
εμφανές μέρος και να καθορίζουν τον τόπον, την ημέραν και ώραν της Συνελεύσεως, τα συζητητέα
θέματα, την σειράν της καλουμένης Συνελεύσεως και τον δι’ απαρτίαν απαιτούμενον αριθμόν μελών.
Αι αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων και είναι
απολύτως άκυροι αν δεν παρέστησαν κατ’ αυτάς το εν τέταρτον (1/4) του όλου αριθμού των ταμειακώς
εντάξει μελών. Εάν η πρώτη Γενική Συνέλευσις δεν ευρεθή εν απαρτία υπό τους άνω όρους, τότε
καλείται Δευτέρα εντός δέκα πέντε (15) ημερών με τα αυτά θέματα ως άνω, δυναμένης της διοικήσεως
να προσθέση και νέα τοιαύτα. Η Δευτέρα αυτή συνέλευσις ευρίσκεται εν απαρτία εάν παρίσταται το εν
πέμπτον (1/5) των εντάξει ταμειακώς μελών. Εάν και η δευτέρα Γενική Συνέλευση δεν ευρέθη εν
απαρτία υπό τους ως άνω όρους, η Συνέλευσις ματαιούται και καλείται εκ νέου νέα τοιαύτη.
Ακύρωσις αποφάσεως Γενικής Συνελεύσεως δια παράβασιν του Νόμου ή του παρόντος Καταστατικού
της Ενώσεως, ασκείται εντός προθεσμίας 30 ημερών και εκδικάζεται συμφώνως με τις εκάστοτε
ισχύουσας περί ναυτεργατικών σωματείων διατάξεις.
Η αίτησις περί ακυρώσεως της Συνελεύσεως υποβάλλεται υπό μελών αποτελούντων το 1/30 (εν
τριακοστόν) τουλάχιστον του όλου αριθμού των εγγεγραμμένων μελών της Ενώσεως, είναι δε
απαράδεκτος αν οι αιτούντες δεν έχουν εκπληρώσει τας προς την Ένωσιν ύποχρεώσεις των και να
ευρίσκωνται ταμειακώς εντάξει. Οι αιτούντες εν περιπτώσει ήττης καταδικάζονται αλληλεγγύως εις τα
έξοδα της Ενώσεως.
ΑΡΘΡΟΝ 21ον
Εις την πρώτην Γενικήν Συνέλευσιν του Ιανουαρίου, υποβάλλεται διά του Γεν. Γραμματέως η Διοικητική
Λογοδοσία της Διοικήσεως, διά του Ταμίου ή διαχειριστική τοιαύτη, εκ μέρους της Εξελεγκτικής
Επιτροπής ή Εποπτικής Επιτροπής υποβάλλεται έκθεσις του πορίσματος του γενομένου ελέγχου και
τυχόν παρατηρήσεις αυτής του παρελθόντος έτους προς έγκρισιν. Μετά τούτο ζητείται η
εξουσιοδότησις της Γεν. Συνελεύσεως προς την Διοίκησιν να κηρύσση ολιγοώρους στάσεις εργασίας
και εν συνεχεία υποβάλλεται διά του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου ο προϋπολογισμός
εσόδων και εξόδων του τρέχοντος έτους. Εις την δευτέραν τακτικήν Γεν. Συνέλευσιν του μηνός
Μαρτίου, ο Πρόεδρος του Διοικ. Συμβουλίου ζητεί την έγκρισιν του προϋπολογισμού των εσόδων και
εξόδων του τρέχοντος έτους, η δε Συνέλευσις αποφαίνεται διά πλειοψηφίας των παρόντων. Διά δε του
Γενικού Γραμματέως υποβάλλονται αι προγραμματισθείσαι ενέργειαι της Διοικήσεως του τρέχοντος
έτους, προσέτι δε διάφοροι προτάσεις και επερωτήσεις.
Εις την τρίτην τακτικήν Γενικήν Συνέλευσιν του μηνός Οκτωβρίου συζητούνται πάντα τα εκκρεμή
επαγγελματικά ζητήματα ως και διάφοροι προτάσεις και επερωτήσεις αίτινες δέον να προστεθούν
υποχρεωτικώς εις το θέμα αυτής. Αι Συνελεύσεις διευθύνονται υπό του Προέδρου και συζητούν και
αποφαίνονται περί όλων των ζητημάτων και των ειδικών επαγγελματικών τοιούτων και εν γένει διά την
διαχείρισιν και διάθεσιν των κεφαλαίων της Ενώσεως. Οιαδήποτε ψηφοφορία εν τη Γενική Συνελεύσει
αφορώσα αρχαιρεσίας, ζητήματα εμπιστοσύνης προς την Διοίκησιν, έγκρισιν Λογοδοσίας και
προσωπικά εν γένει ζητήματα, γίνεται διά μυστικής ψηφοφορίας διά ψηφοδελτίων. Πάσα δε επί άλλων
ζητημάτων ψηφοφορία γίνεται δι’ ανατάσεως της χειρός ή δι ‘ ονομαστικής κλήσεως εκφωνουμένου
του καταλόγου των εχόντων δικαιώματα ψήφου μελών. Προκειμένου περί μυστικής ψηφοφορίας, οι
μη γνωρίζοντες γράμματα εκ των μελών δεν επιτρέπεται να δίδουν το ψηφοδέλτιόν των εις άλλον προς
συμπλήρωσιν, αλλά δέον αν θέλουν να ψηφίσουν ΝΑΙ να γράφουν επί του ψηφοδελτίου ένα σταυρόν,
εάν πάλι OXI να γράφουν ένα (Ο).
Ο Πρόεδρος προ της ψηφοφορίας θέτει σαφώς τα ζητήματα και εξηγεί διά τους αγραμμάτους πότε θα
γράψουν επί του ψηφοδελτίου ΝΑΙ και πότε OXI. Αι αποφάσεις των Συνελεύσεων της Ενώσεως
λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν του ημίσεως και πλέον ενός των παρόντων.
ΑΡθΡΟΝ 22ον
ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΑΙ-ΕΦΟΡΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Μετά την έγκρισιν της διοικητικής και διαχειριστικής λογοδοσίας, εάν το έτος συμπίπτει να είναι έτος
αρχαιρεσιών, η Γεν. Συνέλευσις προβαίνει εις την προκήρυξιν αρχαιρεσιών διά την ανάδειξιν νέας
διοικήσεως, καθορίζουσα τόπον και ημερομηνίαν αυτών. Παρουσία Δικαστικού αντιπροσώπου εκλέγει
την Εφορευτική Επιτροπή προς διενέργειαν των αρχαιρεσιών εκ τριών τακτικών και τριών
αναπληρωματικών μελών.
Ανάδειξις της Εφορευτικής Επιτροπής γίνεται με μυστική ψηφοφορία, παρουσία Δικαστικού
Αντιπροσώπου.
Η Διοίκησις της Ενώσεως ζητεί δι’ αιτήσεως τον διορισμόν υπό του Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιώς
Δικαστικού Αντιπροσώπου, όστις θα Προεδρεύση της Εφορευτικής Επιτροπής προς διενέργειαν των
αρχαιρεσιών. Η Εφορευτική Επιτροπή ευρίσκεται εν απαρτία όταν είναι παρόντες ο Δικαστικός
Αντιπρόσωπος και τρία τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη.
Από την εκλογή της εφορευτικής Επιτροπής αρχίζει ο χρόνος των αρχαιρεσιών και τελειώνει με την
ανακήρυξη των επιτυχόντων.
Όλες οι αποφάσεις της Εφορευτικής Επιτροπής παίρνονται με πλειοψηφία, είναι δε υποχρεωτική η
αναγραφή της γνώμης και της μειοψηφίας εις το βιβλίον πράξεων της Εφορευτικής Επιτροπής.
Τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής στερούνται του δικαιώματος να υποβάλλουν υποψηφιότητα,
επίσης δεν δικαιούνται να θέσουν υποψηφιότητα μέλη της Π.Ε.Π.Ρ.Ν. που υπηρετούν ή εργάζονται με
οποιαδήποτε σχέσιν στο Πλοηγικό Σώμα, σε Δημόσιες Υπηρεσίες και σε Ν.Π.Δ.Δ.
Η Εφορευτική Επιτροπή προσδιορίζει ακριβώς ημερομηνίες και ώρες που θα δέχεται αιτήσεις
υποβολής υποψηφιότητος. Ο χρόνος υποβολής υποψηφιότητος δεν θα υπερβαίνη τις τριάντα (30)
ημέρες. Τα ονόματα των υποψηφίων θα ανακοινώνονται εις τον πίνακα ανακοινώσεων της Π.Ε.Π.Ρ.Ν.
Η δήλωσις υποψηφιοτήτων γίνεται εγγράφως και μπορεί να γίνη α) αυτοπροσώπως, β) με συστημένη
επιστολή από μέλος της Π.Ε.Π.Ρ.Ν. εφ’ όσον η υπογραφή είναι βεβαιωμένη από αρμόδια Αρχή και
πληρεί τους όρους του άρθρου 4. Η δήλωσις υποψηφιότητος είναι απαράδεκτη και δεν γίνεται δεκτή
αν δεν συνοδεύεται από βεβαίωση του Ταμία της Π.Ε.Π.Ρ.Ν. ότι ο υποψήφιος δεν οφείλει συνδρομές
περισσότερες του ενός μηνός.
Έκαστος ψηφοφόρος μπορεί να εκδηλώση την προτίμησή του σε ένα μόνο συνδιασμό και σε όσους
από τους υποψηφίους του συνδιασμού αυτού προτιμά μέχρι 11 για τη Διοίκηση. Διά εκλογήν
αντιπροσώπων διά το Ε.Κ.Π. οι ψηφοφόροι θα ψηφίζουν έως τρεις (3) υποψηφίους και διά την
Εξελεγκτικήν Επιτροπήν θα ψηφίζονται τρεις (3).
Σταυροί θα τίθεται μόνο με μαύρη ή μπλε μελάνη. Είναι άκυρο το ψηφοδέλτιο που έχει διακριτικά
σήματα ή σταυρούς με μελάνι άλλου χρώματος ή η προτίμησις εις τον υποψήφιο γίνεται με άλλο
στίγμα (σημάδι), εκτός του σταυρού, ή όταν οι σταυροί προτιμήσεως κάθε ψηφοδελτίου υπερβαίνουν
τον αριθμό που προβλέπεται διά τα εκλεγόμενα όργανα. Διοικήσεως κάθε συνδιασμού, όπως και διά
τους αντιπροσώπους Ε.Κ.Π. και διά την Εξελεκτική Επιτροπή.
Η Εφορευτική Επιτροπή υποχρεούται το συντομώτερο: α) Όπως παραλάβη παρά της Διοικήσεως της
Ενώσεως τα αντίγραφα Μητρώων μελών βάσει των οποίων θα διεξαχθούν οι αρχαιρεσίαι και τας
αιτήσεις των υποψηφίων, αφού δε ελέγξη αν πληρούν ούτοι τα υπό του Κανονισμού προβλεπόμενα
προσόντα, προβαίνει εις την ανακήρυξιν των υποψηφίων. Προσέτι καθορίζει τον τύπον του
ψηφοδελτίου και των φακέλλων ψηφοφορίας και αλληλογραφίας και αιτείται από την Διοίκησιν όπως
της προμηθεύση ταύτα.
β) Όπως φροντίση, εν συνεργασία με την Διοίκησιν, να εφοδιόση τα μακράν της έδρας της Ενώσεως
ευρισκόμενα ταμειακώς εν τάξει μέλη διά των σχετικών ψηφοδελτίων, δέκα πέντε (15) τουλάχιστον
ημέρας προ των αρχαιρεσιών.
γ) Όπως ελέγξη και σφραγίση την ψηφοδόχον και τοποθετήση αυτήν τον υπό της Γεν. Συνελεύσεως
καθορισθέντα τόπον εκλογής, κατά την υπ’ αυτής ορισθείσαν ημέραν.
δ) Όπως ελέγξη τα προσερχόμενα και έχοντα δικαίωμα ψήφου μέλη, βάσει των αντιγράφων Μητρώου
μελών που διεξάγονται αι αρχαιρεσίαι και επιμελείται γενικώς της ομαλής και αδιαβλήτου
ψηφοφορΙας των μελών κατά τας ημέρας των αρχαιρεσιών, λαμβάνουσα προς τούτο άπαντα τα
επιβαλλόμενα μέτρα, και
ε) Όπως ενοικιάση θυρίδα εις το Κεντρικόν Ταχυδρομείον Πειραιώς, εις ην θα αποστέλλωνται αι
επιστολαί των δι’ αλληλογραφίας ψηφιζόντων μελών.
Η Διοίκησις της Ενώσεως υποχρεούται να θέση εις την διάθεσιν της Εφορευτικής Επιτροπής άπαντα τα
αιτούμενα στοιχεία και να παρέχη προς αυτήν πάσαν αιτουμένην συνδρομήν, συμμορφούμενη
απολύτως προς τας υποδείξεις της.
Η Εφορευτική Επιτροπή αποφασίζει με δική της ευθύνη για τα μέτρο που θα εξασφαλίζουν το
απαραβίαστο της Κάλπης, όπως και για την εγκυρότητα ή ακυρότητα των ψηφοδελτίων, βάσει πάντα
των διατάξεων του παρόντος Kαταστατικού.
Η ψηφοφορία διά την εκλογήν της Διοικήσεως και των λοιπών οργάνων της Ενώσεως γίνεται, και τα
αποτελέσματα εξάγονται με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Το αναλογικό σύστημα θα ισχύει όταν πάρουν μέρος εις τας αρχαιρεσίας περισσότεροι από έναν
συνδιασμοί. Στην περίπτωση που θα υπάρξη ένας συνδιασμός και μεμονωμένος υποψήφιος θα ισχύει
το πλειοψηφικό σύστημα, και επιτυχόντες θα λογίζονται εκείνοι από τους υποψηφίους που παίρνουν
περισσοτέρους σταυρούς.
Ψηφοδέλτιο που θα έχει διαγραφές υποψηφίων του προτεινομένου συνδιασμού κηρύσσεται άκυρον.
Η ψήφος του ψηφοφόρου μέλους της ΠΕΠΡΝ υπέρ του συνδιασμού της προτιμήσεώς του γίνεται με
την σημείωση του σημείου σταυρού μέσα εις το τετραγωνίδιο που είναι στην κορυφή του πλαισίου του
συνδιασμού αυτού. Ο σταυρός αυτός θα υπολογίζεται στον αριθμό των ψήφων που παίρνει ο
συνδιασμός. Η προτίμησις του ψηφοφόρου υπέρ των υποψηφίων του συνδιασμού θα γίνεται με την
σημείωση ενός σταυρού στο όνομα του τιμώμενου υποψηφίου παραπλεύρως του ονόματος. Ο
σταυρός αυτός θα υπολογίζεται στον αριθμό των ψήφων που παίρνει ο κάθε υποψήφιος του
συνδιασμού.
Η κατανομή των εδρών γίνεται με βάσει το εκλογικό μέτρο. Το εκλογικό μέτρο βρίσκεται από την
διαίρεση του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων με τον αριθμό των μελών του Διοικητικού
Συμβουλίου. Το πηλίκον της διαιρέσεως αυτής σε ακέραιο αριθμό αποτελεί το εκλογικό μέτρο. Κάθε
συνδιασμός παίρνει τόσες έδρες στο Διοικητικό Συμβούλιο, όσες φορές χωράει το εκλογικό μέτρο στον
αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που πήρε.
Ο μεμονωμένος υποψήφιος που πήρε ίσες ή περισσότερες ψήφους από το εκλογικό μέτρο εκλέγεται.
Αν μένουν έδρες του Διοικητικού Συμβουλίου από την πρώτη κατανομή γίνεται και δεύτερη κατανομή
στην οποία συμμετέχουν όλοι οι συνδιασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι. Την έδρα ή τις έδρες που
απομένουν προς συμπλήρωση του Διοικητικού Συμβουλίου παίρνουν οι συνδιασμοί ή ο μεμονωμένος
υποψήφιος που εμφανίζουν τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων ήτο μεγαλύτερο υπόλοιπο από την πρώτη
κατανομή. Αν υπάρχουν ίσοι αριθμοί ψήφων ή ίσα υπόλοιπα γίνεται κλήρωση από την Εφορευτική
Επιτροπή.
Στις έδρες που σύμφωνα με τα παραπάνω αναλογούν σε κάθε συνδιασμό καταλαμβάνουν εκείνοι από
τους υποψηφίους που συγκροτούν τον συνδιασμό και που συγκεντρώνουν τους περισσοτέρους
σταυρούς προτιμήσεως. Σε περίπτωση ισοψηφίας 2 ή και περισσοτέρων υποψηφίων, γίνεται κλήρωση
από την Εφορευτική Επιτροπή. Οι μη εκλεγόμενοι από τον συνδιασμό λογίζονται ως αναπληρωματικοί
κατά σειράν προτιμήσεως των τακτικών του αυτού συvδιασμού.
Η ψηφοφορία διεξάγεται μία ημέρα οριζομένη από την Γενικήν Συνέλευσιν, άρχεται δε την 8ην πρωινήν
και λήγει την 7ην εσπερινήν ώραν, παρατεινομένη επί δύο (2) εισέτι ώρες, εφ’ όσον υπάρχουν
αναμένοντες προς ψηφοφορίαν.
Τα προσερχόμενα προς ψηφοφορίαν μέλη, αφού διαπιστωθή ότι δικαιούνται ψήφου και ελεγχθή η
ταυτότης των, παραλαμβάνουν το ψηφοδέλτιον και τον φάκελλο ψηφοφορίας και αποσύρονται εις
ειδικώς αποκεχωρισμένον εντός της αιθούσης ψηφοφορίας χώρον, όπου ασκούν το εκλογικόν τους
δικαίωμα. Φανερή ψηφοφορία εκτός του ειδικού αποκεχωρισμένου χώρου,απαγορεύεταιαπολύτως.
Το ψηφσδέλτισν, αφού τεθούν παρά του ψηφίζοντος σταυροί προτιμήσεως, κλείεται εντός του
φακέλλου ψηφοφορίας, σφραγίζεται και ρίπτεται υπό του ψηφίζοντος, παρουσία της Εφορευτικής
Επιτροπής, εντός της ψηφοδόχου.
Τα ευρισκόμενα κατά την ημέραν των αρχαιρεσιών μακράν της έδρας της Ενώσεως μέλη, δικαιούνται
να συμμετάσχουν εις την ψηφοφορίαν δι’ επιστολής των ψηφοδελτίων ταχυδρομικώς διά συστημένης
επιστολής προς την Εφορευτική Επιτροπή, εφ’ όσον η επιστολή ληφθή μέχρι της εσπέρας της
προηγουμένης των αρχαιρεσιών ημέρας. Οι ούτως ψηφίζοντες υποχρεούνται όπως χρησιμοποιούν
αποκλειστικά τους φακέλους αλληλογραφίας, φακέλους ψηφοφορίας και ψηφοδέλτια που τους έχει
προμηθεύσει η Εφορευτική Επιτροπή, άλλως η επιστολή τους θεωρείται άκυρος και δεν λαμβάνεται
υπ’ όψιν. Έκαστος των δικαιουμένων ψήφου δι’ επιστολής, οφείλει να αποστείλη κεχωρισμένως
ταχυδρομικόν φάκελλον, περιέχοντα ένα μόνον φάκελλον ψηφοφορίας και εν μόνο ψηφοδέλτιον.
Περισσότερα του ενός ψηφοδέλτια εντός του φακέλου ψηφοφορίας και περισσότεροι του ενός
φάκελοι ψηφοφορίας εντός ενός φακέλου αλληλογραφίας, θεωρούνται άκυροι, καθώς και
περισσότεροι του ενός φακέλου αλληλογραφίας εντός κοινού φακέλου, δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν. Ο
φάκελος ψηφοφορίας δεν πρέπει να φέρη οιανδήποτε ένδειξιν επ’ αυτού, άλλως θεωρείται άκυρος. Εις
την άνω δεξιάν γωνίαν του φακέλλου αλληλογραφίας αναγράφονταιτα στοιχεία του αποστέλλοντος
μέλους (επώνυμον -όνομα -όνομαπατρός).
Η Εφορευτική Επιτροπή, αφού ενοικιάσει την θυρίδα του Ταχυδρομείου, παραδίδει την κλείδα αυτής
εις τον Δικαστικόν Αντιπρόσωπον, προσέρχεται δε την εσπέραν της προηγουμένης των αρχαιρεσιών και
παραλαμβάνει τας αφιχθείσας επιστολάς των ψηφισόντων διά αλληλογραφίας μελών, τας οποίας
φυλάσσει ο Δικαστικός Αντιπρόσωπος μέχρι της πρωίας της επομένης, οπότε προσκομίζει αυτός εις την
αlθουσαν ψηφοφορίας κατά την έναρξιν αυτής.
Έκαστος φάκελος αλληλογραφίας, αφού βεβαιωθή η εγγραφή του αποστέλλοντος εις τα αντίγραφα
Μητρώου μελών και το δικαίωμα ψήφου αυτού, αποσφραγίζεται και ο εντός αυτού φάκελλος
ψηφοφορίας ρίπτεται εντός της ψηφοδόχου, ομού μετά των άλλων φακέλων ψηφοφορίας,
σημειώνεται δε εις τα αντίγραφα Μητρώου ότι το μέλος εψήφισε δι’ αλληλογραφίας.
Μετά το πέρας της ψηφοφορίας, αποσφραγίζεται η κάλπη και άρχεται η διαλογή. Μετά την διαλογήν,
τα ψηφοδέλτια θεωρούνται υπό της Εφορευτικής Επιτροπής και παραδίδονται μετά των άλλων
στοιχείων των αρχαιρεσιών διά να κατατεθούν εις το Αρχείον της Ενώσεως. Οι υποψήφιοι έχουν το
δικαίωμα να παρίστανται κατά την ώραν της σφραγίσεως της ψηφοδόχου, ως και κατά την διαλογήν
της εσπέρας, τας λοιπάς όμως ώρας της ημέρας απαγορεύεται απολύτως η παραμονή των εντός της
αιθούσης ψηφοφορίας. Δύνανται όμως να παρίστανται αντιπρόσωποι αυτών. Εις αντιπρόσωπος
εκπροσωπεί δέκα (10) τουλάχιστον υποψηφίους, απαιτείται δε να έχει εξουσιοδοτηθή εγγράφως υπ’
αυτών. Η εξουσιοδότησις προσκομίζεται εις την Εφορευτικήν Επιτροπή. Οι αντιπρόσωποι οφείλουν να
μην παρακωλύουν το έργον της Εφορευτικής Επιτροπής. Ο Δικαστικός Αντιπρόσωπος δύναται να
ζητήση την απομάκρυνσιν εκ της αιθούσης ψηφοφορίας, εάν κρίνη ότι δημιουργούν προσκόμματα
εις την ομαλήν διεξαγωγήν της ψηφοφορίας. Η Εφορευτική Επιτροπή συντάσσει οπωσδήποτε πρακτικά
αρχαιρεσιών, εις τα οποία αναγράφονται αναλυτικώς τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας, αντίγραφον
των οποίων παραδίδει κατά τας κειμένας διατάξεις εις τον παριστάμενον Δικαστικόν Αντιπρόσωπον,
μετ’ αντιγράφου Μητρώου μελών, έτερον δε αντίγραφον εις την Διοίκησιν, ήτις υποχρεούται εντός
δέκα (10) ημερών να παραδώση εις την νέαν Διοίκησιν την εν γένει περιουσίαν και τα έγγραφα της
Ενώσεως διά πρωτοκόλλου υπογραφομένου παρ’ αμφοτέρων των Διοικήσεων, παρισταμένων κατά την
συνεδρίαοιν ταύτην τόσον των παλαιών, όσον και των νέων μελών Διοικήσεως.
Η εκλογή της Τριμελούς Εξελεγκτικής Επιτροπής γίνεται με το σύστημα, της απλής αναλογικής.
Η κατά τας αρχαιρεσίας εκλεγείσα Τριμελής Εξελεγκτική Επιτροπή, έργον έχει την άσκησιν ταμειακού
ελέγχου και υποβολή σχετικών εκθέσεων εις την Γενικήν Συνέλευσιν. Εις την διάθεσιν αυτής τίθενται
υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, οποτεδήποτε ήθελον ζητηθή, τα πρακτικά των συνεδριάσεων της
Διοικήσεως και της Γεν. Συνελεύσεως, τα βιβλία διαχειρίσεως η αλληλογραφία και το αρχείον του
Σωματείου εν γένει Η Εξελεγκτική Επιτροπή εκλέγει Γραμματέα μεταξύ των μελών αυτής και τηρεί
βιβλίον πρακτικών των συνεδριάσεων αυτής, ευρίσκεται δε εν απαρτία όταν παρευρίσκονται
τουλάχιστον δύο (2) μέλη αυτής.
ΑΡθΡΟΝ 23ον
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ
Πόροι της Ενώσεως είναι:
1) Το δικαίωμα εγγραφής.
2) Αι μηνιαίαι καταβολαί των μελών.
3) Οι τόκοι των κεφαλαίων.
4) Τα κληροδοτήματα και αι δωρεαί.
5) Κάθε ωφέλεια τυχόν εκ της κληρώσεως λαχειοφόρων ή άλλων χρεωγράφων και
6) Κάθε άλλο έκτακτον έσοδον νομίμως περιερχόμενον εις το Ταμείον της Ενώσεως.
ΑΡΘΡΟΝ 24ον
Τα εις τας Τραπέζας ή Ταχυδρομικό Ταμιευτήρια κατατιθέμενα χρήματα του Ταμείου της Ενώσεως,
αναλαμβάνονται μέχρι του ποσού των δραχμών πενήντα χιλιάδων (50.000) μηνιαίως δι’ αποφάσεως
του Διοικητικού Συμβουλίου και εγγράφου εντολής υπογεγραμμένης υπό του Προέδρου, του Γεν.
Γραμματέως και του Ταμίου. Πέραν του ποσού τούτου η ανάληψις χρημάτων ή χρεωγρόφων ενεργείται
κατ’ απόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως με τας ανωτέρω διατυπώσεις.
ΑΡΘΡΟΝ 25ον
Η Ένωσις έχει σφραγίδα στρογγύλην με τον τίτλον γύρω και εις το μέσον άγκυραν μετ’ αλύσεως
(αεργιητ’ όνειδος), επίσης έχει σημαίαν με εθνικά χρώματα που φέρει τον τίτλον της Ενώσεως και την
εικόνα του Αγίου Νικολάου. Ως επέτειος της Ενώσεως εορτόζεται η 6η Δεκεμβρίου εκάστου έτους,
εορτή του Αγίου Νικολάου. Ο τρόπος του εορτασμού κανονίζεται δι’ αποφάσεως της Διοικήσεως.
ΑΡΘΡΟΝ 26ον
Η Ένωσις δεν διαλύεται εφ’ όσον έχει δέκα μέλη και δεν καθυστερούν τας συνδρομάς των. Εν
περίπτωση όμως διαλύσεως δι’ οιονδήποτε λόγον, αύτη αποφασίζεται από ειδικήν Συνέλευσιν καθ’ ην
δέον απαραιτήτως να παρίστανται τα δυο τρία (2/3) του συνόλου των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών
του Σωματείου, η δε σχετική απόφασις να ληφθή διά πλειοψηφίας των τριών τετάρτων (3/4) των
ψήφων των παρόντων μελών και ήτις ορίζει τους εκκαθαριστάς και τα εναπομείναντα μέλη της,
Ενώσεως μετά την εκκαθάρισιν και πληρωμήν των χρεών, η δε τυχόν παραμείνουσα υπόλοιπος
περιουσία περιέρχεται εις το Ταμείον Αλληλοβοηθείας, απαγορευομένης απολύτως της διανομής
αυτής μεταξύ των μελών, εφαρμοσμένων εν προκειμένω κατά τα λοιπά των εκάστοτε ισχυουσών περί
ναυτεργατικών σωματείων διατάξεων.
ΑΡΘΡΟΝ 27ον
Η Ένωσις διατηρεί Ταμείον Αλληλοβοηθείας το οποίον είναι χωριστόν νομικόν πρόσωπον και έχει
χωριστήν διαχείρισιν, διοικείται παρά του αυτού Διοικητικού Συμβουλίου με ιδιαίτερον όμως
κανονισμόν, όστις ψηφιζόμενος από την Γενικήν Συνέλευσιν έχει θέσιν καταστατικήν.
ΑΡΘΡΟΝ 28ον
Τροποποίησις του παρόντος καταστατικού γίνεται μετά παρέλευσιν μιάς διετίας, είτε εν’ όλω είτε εν
μέρει τη προτάσει του Διοικητικού Συμβουλίου ή τη αιτήσει του 1/5 των τακτικών μελών και με
απόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως καλουμένης ειδικώς προς τούτο, απαρτιζομένης από το 1/2
τουλάχιστον των εχόντων ψήφον μελών, αι δε αποφάσεις λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των 3/4 των
παρόντων μελών, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των εκάστοτε ισχυουσών περί ναυτεργατικών
σωματείων διατάξεων.
ΑΡΘΡΟΝ 29ον
Παν μη προβλεπόμενον υπό του παρόντος καταστατικού κανονισθήσεται υπό του ειδικού εσωτερικού
κανονισμού της Ενώσεως ψηφισθησομένου υπό της Γενικής Συνελεύσεως βάσει των περί σωματείων
κειμένων διατάξεων περί νόμων.
ΑΡΘΡΟΝ 30ον
Το παρόν καταστατικό που περιέχει 30 άρθρα εγκρίθηκε σήμερα από την Γεν. Συνέλευση που
συγκλήθηκε για τον σκοπό αυτό και θα ισχύσει όπως τροποποιήθηκε από την εγγραφή των
τροποποιήσεων στο τηρούμενο Δημόσιο Βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου Πειραιά.
Εν Πειραιεί τη 25 -9 -89
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝ. ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ
ΣΠ. ΚΑΤΣΑΚΟΣ
Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝ. ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΣ
ΜΙΧ. ΜΟΝΙΟΥΔΗΣ